Πολλές φορές συναντάμε γονείς κουρασμένους, ματαιωμένους στο ρόλο τους και παιδιά θυμωμένα να ψάχνουν μία λύση στις συχνές συγκρούσεις και τους διαπληκτισμούς τους. Τότε είναι που γεννάται το ερώτημα «πώς να μιλάμε στα παιδιά ώστε να μας ακούν;». Έχει φανεί ότι υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ του πώς τα παιδιά αισθάνονται και πώς συμπεριφέρονται. Όταν αισθάνονται καλά, συμπεριφέρονται καλά.
Βοηθώντας τα παιδιά να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους
Είναι αδιαμφισβήτητο πως δεν υπάρχει μαγική συνταγή που να ταιριάζει απόλυτα σε όλους τους γονείς και σε όλα τα παιδιά. Σίγουρα όμως, είναι βοηθητικό σε ένα αρχικό στάδιο να είμαστε σε θέση να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα των παιδιών και στη συνέχεια να τα βοηθήσουμε να τα διαχειριστούν. Είναι σημαντικό οι γονείς να αποτελούν φιγούρες σταθερής συναισθηματικής ασφάλειας όπου το παιδί θα επιστρέφει και θα νιώθει ότι του επιτρέπεται να εκφράσει όλη τη γκάμα των συναισθημάτων του. Η σταθερή άρνησή τους συνήθως τα μπερδεύει και τα εξοργίζει. Επίσης, τα διδάσκει να μην αναγνωρίζουν τα συναισθήματά τους και να μην τα εμπιστεύονται.
Σε έναν υποθετικό διάλογο μητέρας-γιου:
Γιος: «Μαμά κάνει αρκετή ζέστη εδώ μέσα»
Μητέρα: «Κρύο κάνει, δεν θα βγάλεις το πουλόβερ σου»
Γιος: «Όχι μαμά, εγώ ζεσταίνομαι σου λέω»
Μητέρα: «Είπα ΜΗΝ βγάζεις το πουλόβερ σου»
Γιος: «μα…»
Τέτοιου είδους συζητήσεις καταλήγουν καθημερινά σε διαπληκτισμούς και δημιουργούν στα παιδιά την αίσθηση να μην εμπιστεύονται τη δική τους αντίληψη και κρίση αλλά αυτή των γονιών τους. Προκειμένου να αντιμετωπίσουμε ένα αναστατωμένο παιδί και να το βοηθήσουμε με τα συναισθήματά του είναι περισσότερο χρήσιμο να:
· Ακούμε με όλη μας την προσοχή
· Αναγνωρίζουμε με μία λέξη τα συναισθήματά του π.χ. «Καταλαβαίνω», «Μμμ..»
· Δίνουμε ένα όνομα σε αυτά π.χ. «αυτό ακούγεται πολύ θλιβερό»
· Πραγματοποιούμε τις επιθυμίες του στη σφαίρα της φαντασίας
Είναι πολύ αποκαρδιωτικό για τα παιδιά να αισθάνονται ότι προσπαθούν να επικοινωνήσουν με κάποιον που προσποιείται ότι τα ακούει ή τα μισοακούει. Αντίθετα, είναι πολύ πιο εύκολο να πει τα προβλήματά του σε έναν γονιό που πραγματικά ακούει με όλη του την προσοχή. Ένα παιδί δυσκολεύεται να σκεφτεί εποικοδομητικά όταν κάποιος το κατηγορεί, αντίθετα μία λέξη που να αναγνωρίζει το συναίσθημά του μαζί με μία τρυφερή συμπεριφορά το προτρέπουν να εξερευνήσει τις σκέψεις του και να καταλήξει στις δικές του λύσεις. Ακόμη, πολύ συχνά αποφεύγουμε να δίνουμε ένα όνομα στο συναίσθημα των παιδιών από φόβο μήπως τα πράγματα χειροτερέψουν τείνοντας να το αρνούμαστε. Δίνοντας όμως ένα όνομα σε αυτό κάνει το παιδί να αισθάνεται παρηγοριά.
Τέλος, όταν τα παιδιά ζητούν κάτι που δεν μπορούν να έχουν, τάση μας είναι να προσπαθούμε να το εξηγήσουμε με λογικά επιχειρήματα κάτι που πολλές φορές κάνει τα παιδιά να διαμαρτύρονται ακόμη περισσότερο. Εναλλακτικά, όταν προσπαθήσουμε να πραγματοποιήσουμε φανταστικά την επιθυμία τους, τα βοηθάει να αντιμετωπίσουν πιο εύκολα τη δυσάρεστη πραγματικότητα.
Είναι σημαντικό λοιπόν να ανταποκρινόμαστε με κατανόηση στο παιδί, αλλά είναι κυρίως τα αρνητικά συναισθήματα που απαιτούν τη δική μας δεξιότητα ως γονείς. Είναι το σημείο εκείνο που μας καλεί να υπερβούμε την παλιά τάση να αγνοούμε, να απορρίπτουμε, να ηθικολογούμε. Και να μην ξεχνάμε ότι τα παιδιά δεν έχουν ανάγκη από κάποιον να συμφωνήσει μαζί τους, έχουν ανάγκη να τα ακούμε, να τα αναγνωρίσουμε και να τους απαντάμε με τρόπο συγκεκριμένο ακόμα και όταν δεν θέλουμε να επιτρέψουμε μία συμπεριφορά. Είναι σημαντικό από την άλλη και ο γονέας να είναι αυθεντικός, να ακούει τα δικά του συναισθήματα και να είναι σε θέση να τα περιγράφει με λόγια στο παιδί, δίνοντάς του πληροφορίες.
Ακόμα και αν στην αρχή φαντάζει δύσκολο και ότι κάποιες φορές δεν λειτουργεί, λειτουργεί. Το παιδί σταδιακά μαθαίνει να υπολογίζει σε μία απάντηση με κατανόηση, να νιώθει ασφαλές και να μιλάει για ό, τι το απασχολεί.
Βιβλιογραφία
Faber, A. & Mazlish, E. (2016). Πώς να μιλάτε στα παιδιά ώστε να σας ακούν & Πώς να τα ακούτε ώστε να σας μιλούν.