Ο Walter Toman (1961), στα πλαίσια της συστημικής προσέγγισης και στο πεδίο της οικογενειακής θεραπείας ήταν αυτός που επηρέασε περισσότερο µε τις ιδέες του για το ‘’φαινόμενο της σειράς γέννησης των αδελφών’’. Ήταν ένας από τους πρώτους που ανακάλυψε τη σχέση ανάµεσα στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και στη σειρά γέννησης των αδελφών. Σύµφωνα µε τις απόψεις που διατύπωσε, τα πρωτότοκα παιδιά είναι αυτά που συνήθως αναλαμβάνουν να βοηθήσουν ή και να αναθρέψουν τα αδέρφια τους. Τα παιδιά αυτά έχουν στο αξιακό τους σύστηµα πιο έντονη την έννοια του χρέους, του «σωστού» και του «λάθους», και του «καλού» και του «κακού» (parentification).
Ο Μurray Bowen, Αμερικανός ψυχίατρος, ιδρυτής της διαγενεακής προσέγγισης εµπνεύστηκε από τις ανακαλύψεις του Toman και προσέγγισε το «φαινόμενο της σειράς γέννησης των παιδιών» (sibling position). µέσα από τη δική του θεωρία. Μελέτησε την σχέση των αδελφών σε σχέση με την σειρά γέννησης, το μέγεθος της οικογένειας, και τις φυλετικές ή προσωπικές διαφορές σε διάφορα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας των ατόμων.
Με βάση το μοντέλο του Bowen, η θέση που έχουν τα παιδιά στην οικογένεια καθορίζει και τους ρόλους που θα αναλάβουν στην πορεία της ζωής τους. Η σειρά γέννησης επομένως συνδέεται µε την απόκτηση συγκεκριμένων ρόλων. Συγκεκριμένα, ο Bowen θεώρησε ότι το πρώτο παιδί στην οικογένεια, για παράδειγμα έχει την τάση να περιποιείται και να προσφέρει. Επίσης είναι αυτό που βρίσκεται πιο κοντά στο συναισθηµατικό σύστηµα της οικογένειας. Το μεγαλύτερο παιδί επηρεάζεται περισσότερο από την αδιαφοροποίητη µάζα του οικογενειακού εγώ, χρειάζεται να καταβάλει μεγαλύτερη προσπάθεια για την διαφοροποίησή του και εµπλέκεται συχνότερα σε τριγωνοποιήσεις. Επιπλέον, συχνά αισθάνεται πως είναι ξεχωριστό και πως φέρνει σημαντική ευθύνη για τη διατήρηση της οικογενειακής ευτυχίας. Η συμπεριφορά του πρωτότοκου παιδιού διαµορφώνεται ανάλογα µε το ποια ήταν η στάση των πρωτότοκων στις οικογένειες καταγωγής των δύο συζύγων.
Αυτή την παράδοση της οικογένειας, δηλαδή να αντιγράφει το παιδί πιστά τις αρχές της οικογένειας και τις συμπεριφορές των γονιών του, ακολουθεί συνήθως το πρωτότοκο παιδί καθώς ακολουθεί και υπερασπίζεται τη γονική φωλιά. Το πρωτότοκο παιδί επίσης διακατέχεται και από μια αίσθηση µοναδικότητας η οποία παύει να ισχύει κάποια στιγµή µε την έλευση του δεύτερου παιδιού. Έχει παρατηρηθεί σε διάφορες έρευνες ότι τα πρωτότοκα παιδιά υιοθετούν συχνότερα το ρόλο του προστάτη και το ρόλο του αρχηγού. Πολύ συχνά συμπεριφέρονται µε αισθήματα ζήλιας απέναντι στα αδέλφια τους, μολονότι αν συζητούσαν μεταξύ τους θα αντιλαμβάνονταν ότι και τα αδέλφια τους τα ζηλεύουν. Από την άλλη, όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά των στοιχείων μπορεί να παρουσιάζονται σε ένα άλλο παιδί της οικογένειας και ο πρωτότοκος µπορεί να µην έχει αναλάβει τον κλασσικό του ρόλο.
Ο Bowen εξήγησε το φαινόμενο αυτό κυρίως µέσα από την ιστορία της οικογένειάς του. Συγκεκριμένα θεωρεί πως ανάλογα µε τη φάση στην οποία βρίσκεται µια οικογένεια την προκειμένη στιγµή της γέννησης ενός παιδιού, επιλέγει και τον ρόλο που θα αναλάβει το παιδί. Ο ρόλος αυτός ανταποκρίνεται στις ανάγκες του συναισθηματικού συστήµατος της οικογένειας. Αν κατά τη γέννηση ενός παιδιού η οικογένεια βρίσκεται σε µια φάση έντονης αναστάτωσης που αυξάνει τη συγχώνευση, είναι πολύ πιθανό το παιδί αυτό να είναι περισσότερο μπλεγμένο στο συναισθηµατικό σύστηµα της οικογένειας. Ο ρόλος «δίνεται» στο παιδί την περίοδο που το συναισθηµατικό σύστηµα το έχει ανάγκη, και υιοθετείται από αυτό ευκολότερα όσο βρίσκεται στην παιδική ηλικία. Μπορεί να έχει δροµολογηθεί πριν τη γέννησή του ή να του δοθεί αργότερα σε µια κρίση της ισορροπίας του συστήµατος. Συνήθως, πάντως είναι το µεγαλύτερο παιδί αυτό που φέρει τα παραπάνω χαρακτηριστικά (parentification).
Το δεύτερο παιδί συχνά χρειάζεται να εξασκηθεί περισσότερο από το πρώτο στο να είναι υπεύθυνο και παίρνει οικογενειακές αποφάσεις µε µικρότερη συχνότητα. Αισθάνεται συνήθως περισσότερη ανεμελιά, το βαραίνουν λιγότερο οι οικογενειακές ευθύνες και τρέφει λιγότερο σεβασμό για την εξουσία και τις συμβατικότητες. Οι γονείς στον ερχομό του δεύτερου παιδιού θα πρέπει να θεµελιώσουν τη σχέση ανάµεσα στα αδέλφια από τη στιγµή της κυοφορίας ή τουλάχιστον από το µαιευτήριο, όπου θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στα αδέλφια να γνωριστούν και για να γίνει αυτό χρειάζεται να βοηθήσουν να είναι επαρκώς αναπτυγμένο το συναίσθηµα του εγώ στο πρωτότοκο παιδί που θα το κάνει να νιώσει έτοιµο να μοιραστεί τους γονείς του και να δώσει πράγµατα στο αδελφάκι του. Το δεύτερο παιδί, συνήθως, αποκτά τα χαρακτηριστικά εκείνα που δεν έχει ο πρώτος αδελφός προκειμένου να αποκτήσει τον έπαινο και αντιµετωπίζεται πάντα από τους γονείς του µε µεγαλύτερη επιείκεια και σύνεση καθώς οι γονείς μεγαλώνοντας το πρώτο παιδί έχουν χαλαρώσει αρκετά.
Το μεσαίο παιδί έχει μια ιδιαίτερη θέση στην σειρά των αδελφών κι αυτό γιατί δεν απολαμβάνει την προτίµηση που χαίρει ο πρώτος, αλλά ούτε και την προστασία και τη φροντίδα που τυγχάνει ο µικρότερος. Ένα τέτοιο παιδί μπορεί να γλιτώσει από τις πιέσεις που ασκούνται προς τα μεγαλύτερα ή τα μικρότερα παιδιά, αλλά πρέπει να προσπαθήσει ιδιαίτερα για να το προσέξουν. Αρκετά συχνά το παιδί αυτό έχει ένα μεγάλο κύκλο γνωριμιών και συνήθως δημιουργεί στενές προσωπικές σχέσεις. Πολλές φορές αισθάνεται κατωτερότητα συγκριτικά µε τον μεγάλο αδελφό και για αυτό έχει µάθει διαρκώς να διεκδικεί τα σκήπτρα του πρωτότοκου. Αυτονόητο είναι ότι τα μεσαία παιδιά έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά µε τα δευτερότοκα.
Όσον αφορά το υστερότοκο παιδί, αυτό τείνει να δέχεται βοήθεια και να είναι περισσότερο εξαρτημένο. Έχει σημειωθεί ότι μπορεί να είναι περισσότερο επαναστάτης, να αντιτίθεται στην εξουσία και να αμφισβητεί το κατεστηµένο. Είναι πολύ κοινωνικό και ανοιχτό σε νέες εμπειρίες και νέες γνωριµίες. Λέγεται, ότι το µικρό παιδί μοιάζει µε το μοναχοπαίδι και το δευτερότοκο παιδί μοιάζει µε το υστερότοκο αν οι γονείς του αποφασίσουν να µην κάνουν άλλα παιδιά. Προσπαθεί να ξεπεράσει µε διάφορα τεχνάσματα τα προηγούμενα αδέλφια του και, προκειμένου να το πετύχει αυτό, γίνεται εξαιρετικά εφευρετικό και επινοητικό. Συνήθως, έχει την τάση να εντρυφεί σε εκείνα τα ενδιαφέροντα και να καταπιάνεται µε δραστηριότητες που κανένας άλλος δεν έχει ασχοληθεί έως τώρα.
Το μοναχοπαίδι: Μοιάζει πάρα πολύ µε το πρωτότοκο, στην προσοχή που αντλεί από τους γονείς του και από τους άλλους. Συνήθως το παιδί αυτό, έχει υψηλά επίπεδα αυτοεκτίμησης, κινήτρων και ακαδημαϊκών επιδόσεων. Είναι ανεξάρτητο και κοινωνικά έχει την τάση να µην εµπλέκεται µε ζέση στις διάφορες σχέσεις. Έχει τη τάση να είναι πιο ανεξάρτητο κοινωνικά, να συμπεριφέρεται σαν μεγαλύτερο από την ηλικία του και ίσως λόγω της προστατευτικότητας των γονιών του να είναι πιο αγχώδες.
Εκτός από τα χαρακτηριστικά όμως του κάθε παιδιού με βάση την σειρά της γέννησης του, θεωρείται ότι η σειρά γέννησης των παιδιών παίζει κάποιο ρόλο και στην μετέπειτα επιλογή του συντρόφου.
Τα αδέλφια μέσα στο σύστημα της οικογένειας αποτελούν ένα βασικό υποσύστημα. Ο Bowen δέχεται ότι η επιλογή συντρόφου και το είδος επικοινωνίας μεταξύ των συντρόφων επηρεάζεται από τη σειρά γέννησης που έχουν οι σύντροφοι στην πατρική τους οικογένεια, γιατί αυτή προκαθορίζει, συνήθως, και συγκεκριμένο ρόλο στην οικογένεια. Δηλαδή όσο περισσότερο η θέση των συντρόφων ανταποκρίνεται στη θέση τους στην οικογένεια, τόσο περισσότερες πιθανότητες για επιτυχία έχει μια συντροφική σχέση.
Έτσι λοιπόν οι σύζυγοι που κατέχουν την ίδια θέση στη σειρά γέννησης στην πατρική τους οικογένεια έχουν συνήθως μεγάλη μεταξύ τους εγγύτητα και µια αρκετά διαφοροποιημένη ταυτότητα. Επιπλέον, λόγω των διαφορετικών ρόλων που αναπτύσσουν τα άτοµα µε βάση τη σειρά γέννησης τους, οι γάµοι μεταξύ συντρόφων µε συμπληρωματικούς ρόλους είναι περισσότερο επιτυχημένοι. Ο πρωτότοκος π.χ. είναι καλύτερα να παντρευτεί έναν δευτερότοκο, ο νεώτερος έναν μεγαλύτερο, κ.ο κ. Σε ένα ζευγάρι π.χ. όπου ο ένας από τους συντρόφους είναι το μεγαλύτερο παιδί στην οικογένεια, και ο άλλος το μικρότερο, ο μεγαλύτερος σε σειρά γέννησης σύντροφος, ανεξάρτητα αν είναι άντρας ή γυναίκα, συνήθως αναλαμβάνει τις ευθύνες, παίρνει τις αποφάσεις και φέρει σε πέρας διάφορα θέματα της οικογένειας.
Ακόμη μπορούμε να πούμε ότι ένας γάµος ανάµεσα στην πρωτότοκη κόρη µιας οικογένειας και σε έναν άνδρα που είναι το τελευταίο παιδί στην δική του οικογένεια ή το αντίστροφο, έχει περισσότερες πιθανότητες να επιτύχει από έναν γάµο ανάµεσα σε δύο άτοµα µε την ίδια σειρά γέννησης και συνεπώς µε τους ίδιους ρόλους διότι έχουν λιγότερες αφορμές για αντιπαλότητα. Και αυτό γιατί εάν οι δύο σύντροφοι είναι πρωτότοκα παιδιά στην πατρική τους οικογένεια, ενδέχεται να αναπτύξουν ανταγωνιστική σχέση μεταξύ τους για το ποιος θα αναλάβει το ρόλο του αρχηγού.
Ο Bowen θεώρησε επίσης, ότι η πιθανότητα για επιτυχία στο γάμο είναι μεγαλύτερη σε άτομα τα οποία μεγαλώνουν με αδέλφια διαφορετικού φύλου, σε σύγκριση με άτομα τα οποία μεγαλώνουν με αδέλφια μόνο του ίδιου φύλου.
Στην οικογενειακή θεραπεία, η σειρά γέννησης του κάθε συζύγου µπορεί να δώσει χρήσιµες πληροφορίες για την αξιολόγηση µιας οικογένειας. Τα στοιχεία που αντλεί ο οικογενειακός θεραπευτής με µια τέτοια παρατήρηση είναι ιδιαίτερα χρήσιµα. Ο Bowen πίστευε ότι το να γνωρίζουμε την σειρά των αδελφών σε μια οικογένεια στην παρελθούσα γενιά και στην παρούσα είναι ένα βασικό εργαλείο για να καταλάβουμε τις παρελθοντικές γενεές και ένα προγνωστικό εργαλείο για να κατανοήσουμε πώς οι σύζυγοι αλληλεπιδρούν στο γάμο τους αλλά και στη θεραπεία.
Οι θέσεις των αδελφών στο σύστημα της οικογένειας είναι, φυσικά, μόνο μια πτυχή των παραγόντων που διαμορφώνουν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του έγγαμου βίου. Υπάρχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα σε όλες τις θέσεις. Ωστόσο, μπορεί σε έναν γάμο οι δύο ετερογενείς προελεύσεις κάλλιστα να αλληλοσυμπληρώνονται και να επιτρέπουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο λειτουργικότητας.
Κλείνοντας, έχει σημασία να αναφερθεί ότι η κάθε οικογένεια έχει τη δική της ιστορία, τις δικές της ανάγκες, αξίες και κανόνες που την κάνουν μοναδική και ξεχωριστή. Όπως μοναδικό και ξεχωριστό γίνεται το κάθε άτοµο που ανήκει σε αυτήν, ανεξαρτήτως της σειράς γεννήσεως. Άρα, το κάθε παιδί µέσα στο ίδιο σπίτι «βλέπει και βιώνει» µια πολύ διαφορετική όψη της πραγματικότητας. Αναντίρρητα, εκτός από την σειρά γέννησης του παιδιού υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που µπορούν να επιδράσουν στα χαρακτηριστικά προσωπικότητας αλλά και στην επιλογή συντρόφου και στη σχέση μεταξύ τους.
BΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Carl V. Rabstejnek, Family Systems & Murray Bowen Theory. Researchgate 2009 Jan
2. Linda Metcalf, Marriage and family therapy. New York; Springer publishing company 2011.
3. Βασιλική Παπαδιώτου, Τα όρια και η σημασία τους στη λειτουργία της οικογένειας και την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού Συστημική προσέγγιση. Ιωάννινα, 1993.
4. Μαρλαγκούτσου Μαρία, Διαγενεακή συγχώνευση και στρατηγικές αντιμετώπισης δυσκολιών στο γάμο. Βόλος,2005
5. Γαλάνη Αικατερίνη, Η επίδραση των χαρακτηριστικών της πολύτεκνης και µη πολύτεκνης οικογένειας στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών και των εφήβων. Ιωάννινα, Απρίλιος 2011
6. Ζερβανός, Κ, Τα οικογενειακά συστήµατα, Εισαγωγή στην θεωρία του Bowen. Αθήνα: Αίολος 2009.
7. Prekop J, Τα πρωτότοκα. Αθήνα: Θυµάρι,2008
Πηγή psychology now.gr